ἀπουσία — ἀπουσίᾱ , ἀπουσία absence fem nom/voc/acc dual ἀπουσίᾱ , ἀπουσία absence fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπουσίᾳ — ἀπουσίαι , ἀπουσία absence fem nom/voc pl ἀπουσίᾱͅ , ἀπουσία absence fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
απουσία — η (AM ἀπουσία) [άπειμι] 1. το να μην παρευρίσκεται κανείς κάπου, το να είναι απών 2. το χρονικό διάστημα κατά το οποίο απουσιάζει κάποιος, η διάρκεια της απουσίας 3. έλλειψη, ανυπαρξία νεοελλ. 1. (για μαθητές ή εργαζόμενους) η μη προσέλευση στο… … Dictionary of Greek
απουσία — η 1. το να μην είναι κανείς παρών κάπου: Η απουσία σου από τη συντροφιά μας έγινε αισθητή. 2. το να μην πάει ένας μαθητής στο σχολειό: Έχεις πολλές απουσίες σ όλα τα μαθήματα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἀπουσίας — ἀπουσίᾱς , ἀπουσία absence fem acc pl ἀπουσίᾱς , ἀπουσία absence fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
έλλειψη — Απουσία, ανυπαρξία· ανεπάρκεια, ατέλεια, ελάττωμα. Ο όρος έ. αναφέρεται σε ένα σχήμα λόγου, στο οποίο παραλείπονται μία ή περισσότερες λέξεις που εύκολα εννοεί ο ακροατής, με σκοπό να εκφραστεί συντομότερα ή πυκνότερα μια σκέψη. Αυτή η συντομία… … Dictionary of Greek
ἀπουσίαι — ἀπουσία absence fem nom/voc pl ἀπουσίᾱͅ , ἀπουσία absence fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπουσίαν — ἀπουσίᾱν , ἀπουσία absence fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπουσιῶν — ἀπουσία absence fem gen pl ἀπουσιάζω waste one s goods fut part act masc voc sg ἀπουσιάζω waste one s goods fut part act neut nom/voc/acc sg ἀπουσιάζω waste one s goods fut part act masc nom sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπουσίαις — ἀπουσία absence fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπουσίῃ — ἀπουσία absence fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)